Προορισμός: Λεωνίδιο, ένα μέρος που πρέπει να επισκεφθείς

Το Λεωνίδιο το έμαθα σαν τόπο καταγωγής κολλητής μου φίλης. Δεν το είχα ακούσει ποτέ. Άκουσα όμως τα καλύτερα και όσο το έψαχνα τόσο ανακάλυπτα ένα μικρό θησαυρό. 
Το Λεωνίδιο είναι μια κωμόπολη του Νομού Αρκαδίας, πρωτεύουσα του δήμου Νότιας Κυνουρίας, 200 χλμ από την Αθήνα και πήρε το όνομά του από το εκκλησάκι του Aγίου Λεωνίδα  και χαρακτηριστικό γνώρισμά του αποτελεί ο επιβλητικός κόκκινος βράχος που ορθώνεται πάνω από τον οικισμό.
Θεωρείται η αναρριχητική πρωτεύουσα της Πελοποννήσου με ανθρώπους από όλο τον κόσμο να σκαρφαλώνουν στα απόκρημνα βράχια του.
Θα δεις να γίνονται μαθήματα υφαντικής, αλλά και τσακώνικης γλώσσας.
Ξεναγός μας σήμερα σε αυτό το ταξίδι,που θα μας βοηθήσει να μάθουμε το Λεωνίδιο από "μέσα", είναι η Μαρκέλλα Ρενιέρη, όπου γνωρίζει το μέρος από μικρό κορίτσι. Με την βοήθεια της, αλλά και των πληροφοριών του Ανδρέα Κόκκορη, από τον Μορφωτικό Σύλλογο θα δούμε μαζί τις ομορφιές του Λεωνιδίου.
«Καούρ Εκοκιάτε», καλώς ορίσατε δηλαδή, διαβάζουμε σε μια επιγραφή που μας υποδέχεται στο Λεωνίδιο στην τσακώνικη διάλεκτο, που με καμάρι διατηρούν ακόμα στην περιοχή.

Πρωτεύουσα της Τσακωνιάς, ανάμεσα στον Πάρνωνα και στο Μυρτώο Πέλαγος, το Λεωνίδιο είναι από τις πιο παλιές ναυτικές πολιτείες. Ο «σίγουρος τόπος», κατά τον Κολοκοτρώνη, συντηρεί την υπέροχη εικόνα που του προσδίδουν τα πυργόσπιτα και ατα αρχοντικά του. Καούρ εκάνατε («Καλώς ήρθατε»)! Eνα γλυκό άρωμα από αγιόκλημα, βασιλικούς και κατιφέδες και μια ελαφριά δροσούλα από το ελατοδάσος του Πάρνωνα. Ανάμεσα στις παραλίες της Πλάκας (οι αρχαίες Πρασιές), τα Πούλιθρα (η αρχαία Πολίχνη), τα Πελετά και το Παλαιοχώρι με τους κέδρους και τις ρεματιές, η πρωτεύουσα της Κυνουρίας στέκει αγέρωχη.

Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν ξέρει με ακρίβεια την προέλευση του ονόματος. «Το πιο πιθανόν, όμως, η καταγωγή του ονόματος», εξηγεί ο Ανδρέας Κόκκορης, του Μορφωτικού Συλλόγου, «να ανήκει στον Άγιο Λεωνίδη (στα τσακώνικα Αγιε-Λίδη, Λεωνίδη) που πνίγηκε από τους Ρωμαίους και το σώμα του βγήκε στις Πρασιές. Η εκκλησία του, μάλιστα, χτίστηκε το 1293 στην Πλάκα, πάνω στον τάφο της Σεμέλης, με χρυσόβουλο του Ανδρόνικου για να τιμήσει την πόλη».
Κάθε χρόνο, μάλιστα, στη γιορτή του, 15 Απριλίου, γίνεται μεγάλο πανηγύρι, ισάξιο μαζί με αυτό της Παναγιάς Ελώνης τον Δεκαπενταύγουστο. «Η παλιγγενεσία, όμως, του Λεωνιδίου», συνεχίζει, «δεν είναι άλλη από το Πάσχα, με τα δεκάδες αερόστατα που σκίζουν τον ουρανό το βράδυ Μεγάλου Σαββάτου».
Η προετοιμασία ξεκινά εβδομάδες πριν: Οι γυναίκες φτιάχνουν τα στεφάνια με βιολέτες του επιτάφιου και οι άντρες, από 5 έως 85 χρόνων, ετοιμάζουν τα αερόστατα. Κάθε χρόνο τα παιδιά χαλούν τον κόσμο στους δίσκους που βγάζουν στην εκκλησία για να μαζέψουν χρήματα για τις κόλλες, τα πολύχρωμα ρυζόχαρτα και τις κολλημάρες, τα βαμβακερά στουπιά που ποτίζονται με λάδι και πετρέλαιο
Μόλις ο παπάς ψάλλει το Χριστός Ανέστη, βάζουν φωτιά στις κολλημάρες και όταν αρχίζουν να τραβούν, όπως λένε, αφήνουν τα αερόστατα να πάρουν ύψος, δημιουργώντας ένα υπερθέαμα.
 Κάθε ενορία, μάλιστα, κρατά λογαριασμό για να αρχίσουν τα πειράγματα την επόμενη στο γλέντι που στήνεται στον κήπο του Δημαρχείου με αρνιά μετά την ανάγνωση της Αγάπης στα τσακώνικα. Kάθε τέτοια εποχή διπλασιάζονται οι κάτοικοι, καθώς συγκεντρώνονται επισκέπτες από όλη την Ελλάδα», λέει ο Ανδρέας Κόκκορης. «Το Λεωνίδιο είναι, άλλωστε, η ψυχή των Τσακώνων. Μιας τάξης σκληροτράχηλων ακριτών του Βυζαντίου που αναφέρονται πρώτη φορά από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο σαν καστροφύλακες, αφού στέλνονταν στα πιο απομακρυσμένα κάστρα της αυτοκρατορίας».
Η βόλτα στο Λεωνίδιο περνάει από τον κεντρικό δρόμο της αγοράς, όπου βρίσκονται συγκεντρωμένα και τα περισσότερα εμπορικά καταστήματα, οι φούρνοι και τα καφενεία, ενώ λίγο πιο πάνω δεσπόζει η Μητρόπολη με τη μεγάλη πλατεία. Φυσικό χώρισμα του χωριού, ας πούμε στη μέση, αποτελεί ο χείμαρρος Δαφνώνας, που εντός Λεωνιδίου σπάνια φουσκώνει (μόνο μετά από συνεχείς βροχοπτώσεις θα δείτε νερό), ενώ αριστερά και δεξιά του θα βρείτε τις πιο σύγχρονες εκδοχές καφέ-μπαρ που διαθέτει το χωριό, με ονόματα που μας τραβούν την προσοχή, όπως «Πρωτόκολλο» (το οποίο σερβίρει καλό, δυνατό καφέ), και «βλέπουν» προς τον Κοκκινόβραχο.

Παρεμπιπτόντως, εκεί πάνω, αν κοιτάξει κανείς προσεκτικά, είναι πολύ πιθανό να ξεχωρίσει και τους αναρριχητές που με περισσή προσήλωση στο έργο τους ανοίγουν καινούργιες αναρριχητικές διαδρομές (όλων των βαθμών δυσκολίας), ευελπιστώντας -οι επαγγελματίες εξ αυτών- να δημιουργήσουν ένα οργανωμένο αναρριχητικό πάρκο. Το σπορ, μαθαίνουμε, κερδίζει ολοένα και περισσότερους οπαδούς και, αν μη τι άλλο, το Λεωνίδιο θα μπορούσε κάλλιστα να ακολουθήσει το δρόμο που χάραξε η Κάλυμνος.
Ενώ το Λεωνίδιο είναι σχεδόν παραλιακός οικισμός, με το λιμανάκι και το επίνειό του, την Πλάκα, να απέχει μόλις 4 χιλιόμετρα από το κέντρο του, και τα Πούλιθρα, το επόμενο παραλιακό χωριό, να βρίσκονται σε απόσταση 9 χιλιομέτρων, δεν δίνει καθόλου την αίσθηση της εγγύτητας με τη θάλασσα. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι, ανοιξιάτικα, δεν θα κινηθούμε παραλιακά. Στα Πούλιθρα απολαμβάνουμε τόσο τη βόλτα στην ωραία βοτσαλωτή παραλία, άδεια τέτοια εποχή, όσο και στην επάνω γειτονιά, με τα περιποιημένα αρχοντικά και τη θέα στο Μυρτώο Πέλαγος από ψηλά.

Ετερη εκδρομή από το Λεωνίδιο (αν και είναι προορισμός και από μόνος του) ο Κοσμάς. Ο δρόμος είναι ανηφορικός, ανάμεσα στα βουνά και παράλληλα με τον Δαφνώνα, που εδώ πια έχει νερό. Ωραία διαδρομή, μισής ώρας περίπου, με τις καστανιές να δίνουν τη θέση τους στα έλατα, όσο μεγαλώνει το υψόμετρο, ενώ κάπου στο βάθος, χωρίς να τα βλέπουμε, ακούγονται κουδούνια από πρόβατα.
Στο μέσον της διαδρομής (17 χλμ. από το Λεωνίδιο) κάνουμε μια παράκαμψη και στάση στη Μονή Ελώνα, που χτίστηκε στα μέσα του 17ου αιώνα και βρίσκεται σκαρφαλωμένη πάνω σε απότομο, βαθύ γκρεμό. Η μονή είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου και γιορτάζει κάθε Δεκαπενταύγουστο.


Κι έπειτα φτάνουμε στον Κοσμά. Ένα από τα ομορφότερα χωριά του Πάρνωνα, με πέτρινα σπίτια τριγυρισμένα από έλατα και καστανιές και μια μεγάλη πλατεία, όπου δεσπόζει η πέτρινη εκκλησία των Αγίων Αναργύρων με τα θεόρατα σκιερά πλατάνια τριγύρω. Το χωριό βρίσκεται στα 1.150 υψόμετρο και εδώ η άνοιξη έρχεται κάπως αργοπορημένα. Τι σημαίνει αυτό; Οτι από το μεσημέρι και μετά τζάκια και σόμπες αναλαμβάνουν δράση.

Η Καστάνιτσα φημίζεται για τα κάστανα (φυσικά) και τις μαρμελάδες της, ο Τυρός για το λάδι και τους λουκουμάδες, ο Κοσμάς για τη βραστή γίδα, το Άστρος για τις χυλοπίτες, τα Πελετά για το κρασί, το Λεωνίδιο για τις ΠΟΠ μελιτζάνες του. Αυτά όσον αφορά τη γαστρονομία. Στα του χορού, πρωταγωνιστής είναι ο τσακώνικος, ένας βαρύς κλειστός ρυθμικός χορός, που θεωρείται ότι έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα: κάποιοι ερευνητές τον ταυτίζουν με αναπαράσταση του Θησέα που ως πρώτος χορευτής βγαίνει από τον Λαβύρινθο μαζί με τους συντρόφους του. Αυτές είναι μερικές από τις γνώσεις περί Κυνουρίας που αποκομίζει κανείς κάνοντας μια βόλτα στην περιεκτικότατη έκθεση της Φάμπρικας Πολιτισμού. Στεγάζεται σε ένα κτίριο στο κέντρο του Λεωνιδίου, από αυτά που είναι τόσο παλιά, που λειτουργούν σαν καθρέφτες της ιστορίας: χτίστηκε το 1859 ως διδακτήριο δημοτικού σχολείου, το 1924 μετατράπηκε σε εργοστάσιο ηλεκτροπαραγωγής δίνοντας ρεύμα στην πόλη, στον Εμφύλιο ανατινάχθηκε από αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού, επισκευάστηκε, επαναλειτούργησε και έκλεισε οριστικά το 1967.


Γιορτή της μελιτζάνας

Στον Κήπο του Διονύσου (η δεύτερη ονομασία του Λεωνιδίου, που προήλθε από τις λατρευτικές τελετές προς τιμήν του θεού του κρασιού), καλλιεργείται και η γλυκιά τσακώνικη μελιτζάνα, φημισμένη ως η πιο εύγεστη στην Ελλάδα! 
Είναι καθιερωμένο εδώ και χρόνια, το τελευταίο δεκαήμερο του Αυγούστου να διοργανώνεται η γιορτή της μελιτζάνας.
Ο Δήμος Λεωνιδίου οργανώνει στην Πλάκα, ένα παραδοσιακό πανηγύρι στο οποίο αναβιώνουν οι παραδοσιακοί χοροί του τόπου. Ντόπιοι και άλλοι μουσικοί συνοδεύουν τα χορευτικά συγκροτήματα με τις παραδοσιακές τσακώνικες στολές. Το πρόγραμμα επίσης περιλαμβάνει και διαγωνισμό μαγειρικής με φαγητά που το κυρίαρχο υλικό τους είναι βέβαια η φημισμένη τσακώνικη μελιτζάνα, η οποία ξεχωρίζει γιατί είναι η μόνη με γλυκιά γεύση.
Το Μάρτιο του 1996 η ΕΕ τη συμπεριέλαβε στον κατάλογο των προϊόντων με προστατευόμενη ονομασία προέλευσης, κατοχυρώνοντας έτσι τους παραγωγούς της τσακώνικης μελιτζάνας.
Οι Τσάκωνες στους οποίους χρωστάει το όνομά της η διάσημη μωβ και πανέμορφη μελιτζάνα έχουν μια ιστορία πλούσια, δική τους γλώσσα και ιστορία από τον 6ο αιώνα. Κτηνοτρόφοι, χτίστες με σπουδαία φήμη, πήραν μέρος στην Επανάσταση του 1821 και μετά από αυτή μετακινήθηκαν στις κοντινές παραθαλάσσιες περιοχές με αποτέλεσμα η νέα πρωτεύουσά τους να γίνει το Λεωνίδιο. Ο αρχαίος τσακώνικος χορός είναι συγκλονιστικός. Χορεύουν σαν να μπαίνουν σε λαβύρινθο, σε μια αρχαία λατρεία, στο μύθο του Θησέα και μια άλλη εποχή μυστηρίου. Δεν είναι μόνο η μελιτζάνα αλλά και ο τσακώνικος χορός που και αυτός εντάχθηκε στο Εθνικό Ευρετήριο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας το 2015, όντας ως τώρα ο μοναδικός χορός στον κατάλογο.



Σχόλια