Εσύ ξέρεις από που βγήκαν οι ελληνικές παροιμίες; (Μέρος 1ο)

Πράσσειν άλογα

Κι όμως η έκφραση δεν είναι πράσινα άλογα άλλα ούτε αναφέρεται στο άλογο το ζώο! Η έκφραση είναι «Πράσσειν Άλογα» και είναι αρχαία ελληνική έκφραση. Προέρχεται εκ του ενεργητικού απαρέμφατου του ρήματος "πράττω" ή/και "πράσσω" (τα δύο τ, αντικαθίστανται στα αρχαία και από δύο σ), που είναι το "πράττειν" ή/και "πράσσειν" και του "άλογο" που είναι ουσιαστικά το ουσιαστικό "λόγος"=λογική (σε μία από τις έννοιες του) με το α στερητικό μπροστά, άρα α-λογο = παράλογο. Δηλαδή όταν κάποιος κάνει παράλογα πράγματα.

Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα
Το 1830, εμφανίστηκε ένας άντρας στο Άστρος Κυνουρίας, ισχυριζόμενος ότι μπορεί να θεραπεύσει κάθε άρρωστο και συστηνόταν ως Άγιος Παντελεήμονας. Ο άντρας αυτός έδινε συμβουλές στους φτωχούς του χωριού χωρίς να παίρνει χρήματα. Οι χωρικοί δεν τον έδιωξαν μιας και δεν έκανε κακό και δεν ενοχλούσε κανέναν. Με τον καιρό η φήμη του έγινε γνωστή και εκτός του χωριού με αποτέλεσμα πολλοί άρρωστοι, μεταξύ άλλων πολλοί που ήθελαν να ξανά περπατήσουν ή να βρουν το φώς τους, άρχισαν να καταφθάνουν στο Άστρος για να συναντήσουν τον Άγιο Παντελεήμονα και να τους θεραπεύσει. Σύντομα οι κάτοικοι του χωριού βλέποντας τον συνωστισμό γύρω από τον λεγόμενο Άγιο Παντελεήμονα, μουρμούριζαν στο πέρασμα τους: Κουτσοί, στραβοί στον Άγιο Παντελεήμονα!

Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά
Οι Ενετοί κατασκεύασαν πρώτοι τα ιστιοφόρα μεταγωγικά τα οποία ήταν ξύλινα και σε σχήμα αχλαδιού. Τα πλοία αυτά μετέφεραν το εμψυχο δυναμικού του στρατού τους ενώ τον οπλισμό και τα πολεμοφόδια τα μετέφεραν σε ένα βαρκάκι το οποίο έσερνε πίσω του το το κάθε πλοίο. Οι Έλληνες τα ονόμαζαν αχλάδες λόγο του σχήματος τους. Έτσι όταν οι παρατηρητές των παραθαλάσσιων πόλεων έβλεπαν ισιοφόρο να σέρνει ένα μικρότερο καράβι, σήμαναν συναγερμό και μετέφεραν το μήνυμα ότι έρχεται ιστιοφόρο με ουρά. Αφου το ιστιοφόρο είχε ουρά ήταν η Αχλάδα άρα σημαίνει επίθεση. Το μήνυμα που μετέφεραν ήταν η Αχλάδα έχει πίσω την ουρά.


Έβγαλε την μπεμπελη
Η λέξη μπέμπελη αναφερεται στην παιδική λοιμώδη μεταδοτική νόσο ιλαρά η οποία εκφράζεται με εξανθήματα και πολύ υψηλό πυρετό. Ενώ το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας αναφέρει ότι η λέξη μπέμπελη προέρχεται από την σλαβική λέξη pepel, που σημαίνει στάχτη. Η έκφραση “να βγάλει την μπέμπελη” προέκυψε από κάποιες ιατρικές πρακτικές (ή γιατροσόφια - δεν είναι ξεκάθαρο) όπου προέτρεπαν τους ασθενείς με ιλαρά να σκεπάζονται ζεστά ώστε να ιδρώσουν και να βγάλουν έτσι, από μέσα τους, την μπέμπελη, δηλαδή την αρρώστια.

Αλαμπουρνέζικα
Η προέλευση της έκφρασης αυτής δεν είναι ξεκάθαρη και υπάρχουν διάφορες θεωρίες.
Μια θεωρία αναφέρεται στην φυλή Burun του Σουδαν που ζει μέσα και γύρω από την κοιλάδα του Άνω Νείλου στο βόρειο τμήμα της πολιτείας Maiwut και μιλούν τη γλώσσα Burun. Η φυλή Burun αποτελούσε τμήμα του εκστρατευτικού σώματος του Αιγύπτιου στρατηγού Ιμπραήμ ο οποίος ήρθε στην Ελλάδα το 1821. Λόγο του ότι η γλώσσα της φυλής ήταν ακατανόητη στους Έλληνες, γεννήθηκε η έκφραση “μιλούν αλαμπουρνέζικα”.
Στο «Λεξικόν ελληνικόν και γαλλικόν» του Σκαρλάτου Βυζάντιου του 1846 αναφέρεται το λήμμα “baragouinage” και το αποδίδει ως «διάλεκτος (ομιλία) σολοικοβάρβαρος και ακατανόητος, κοινώς αλαμπουρνέζικα».
Ο Μπαμπινιώτης, σε μια από τις εξηγήσεις του, θεωρεί ότι προέρχεται από το ιταλικό alla burla, «στα αστεία, στην πλάκα», και την κατάληξη -έζικα που χρησιμοποιείται για γλώσσες.
Το Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής και το Χρηστικό Λεξικό της Ακαδημίας δέχονται ότι η έκφραση αυτή ξεκίνησε από την ιταλική φράση alla burlesca, «με παιχνιδιάρικο ύφος».
Επίσης υπάρχει και η θεωρία ότι ο αρχικός τύπος της έκφρασης ήταν «αλιβορνέζικα» που χρησιμοποιούνταν για να χαρακτηρίσουν τα ασυνήθιστα και περίεργα είδη που εισάγονταν από το Λιβόρνο της Ιταλίας στον Πειραιά και στην Πάτρα.
Όποια και να είναι η προέλευση, η σημασία της έκφρασης είναι η ίδια. Όταν κάτι που διαβάζουμε ή ακούμε μας φαίνεται ακατανόητο τότε λέμε ότι είναι αλαμπουρνέζικα!

Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου
Η έκφραση αυτή είναι καθαρά Ελληνική και συγκεκριμένα Κρητική. Την περίοδο που οι Ενετοί πήραν την Κρήτη, ένας Κρητικός, ο Παντελής Αστραπογιαννάκης και μερικοί τολμηροί συμπατριώτες του ανέβηκαν στα βουνά από όπου κατέβαιναν τη νύχτα και έκαναν επίθεση στον εχθρό μέσα στα κάστρα τους.
Ο Παντελής έδινε συνέχεια κουράγιο στους κατοίκους του νησιού λέγοντάς τους ότι σήμερα-αύριο θα ελευθερωθούν από τον εχθρό. Αυτά τα λόγια τα έλεγε για αρκετό καιρό στους νησιώτες, ώσπου μια μέρα που κατέβηκε ο Παντελής στο χωριό να εμψυχώσει τους κατοίκους του είπαν: «Ξέρουμε τι θα πεις. Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου!».

Αλλαξε ο Μανωλιός και έβαλε τα ρούχα του αλλιώς
Την εποχή του Όθωνα, κυκλοφορούσε στο κέντρο της Αθήνας ο Μανώλης Μπατίνος. Ο Μανώλης πίστευε τον εαυτό του ρήτορα και φιλόσοφο αλλά κυκλοφορούσε καθημερινά με τα ίδια ρούχα που είχαν γίνει πια κουρέλια. Οι κάτοικοι της περιοχής τον γνώριζαν και του έδιναν ρούχα, όμως εκείνος δεν τα δεχόταν διότι, όπως δήλωνε, δεν ήταν ζητιάνος. Μια μέρα ο Μανώλης συναντά στον δρόμο του τον Ιωάννη Κωλέττη και του ζήτησε την άδεια να βγάλει λόγο στην Βουλή. Ο Κωλέττης συμφωνεί υπό τον όρο όμως ο Μανώλης να φορέσει άλλα ρούχα.
Την επόμενη μέρα κιόλας ο Μανώλης εμφανίζεται στην πλατεία για να αγορεύσει στη Βουλή φορώντας...τα ίδια ρούχα αλλά από την ανάποδη! Ο Μανώλης Μπατίνος μίλησε στον κόσμο που είχε μαζευτεί στην πλατεία και είπε:

 «Άλλαξε η Αθήνα όψη, σαν μαχαίρι δίχως κόψη,
 πήρε κάτι απ’ την Ευρώπη και ξεφούσκωσε σαν τόπι.
 Άλλαξαν χαζοί και κούφοι και μας κάναν κλωτσοσκούφι.
 Άλλαξε κι ο Μανωλιός κι έβαλε τα ρούχα του αλλιώς»


Οι Ελληνικές παροιμίες είναι πάρα πολλές και οι ιστορίες τους συναρπαστικές, γι’ αυτό θα σας πω και για άλλες την επόμενη εβδομάδα!


Άννα Μαρία Σταυροπούλου

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Ευχαριστούμε πολύ για τα σχόλια σας!