«Χειμάρρα» :«O Τιτανικός της Ελληνικής Ακτοπλοΐας»




Ήταν στις 18 Ιανουαρίου 1947, ανήμερα του Αγίου Αθανασίου, και το πλοίο 
«Χειμάρρα» αναχώρησε  στις 08:30 το πρωί για το δρομολόγιο Θεσσαλονίκη-Βόλος-Χαλκίδα-Πειραιάς. Αν και ήταν ένα πλοίο ήδη 42 ετών, θεωρείτο ότι ήταν από τα καλύτερα πλοία που εκτελούσαν δρομολόγια εκείνη τη δύσκολη εποχή μετά τον πόλεμο, κατά τη διάρκεια του οποίου είχαν χαθεί τα περισσότερα από τα πλοία της ελληνικής ακτοπλοΐας. Ήταν μια μέρα με πολύ ομίχλη και παγωνιά και το κακό δεν άργησε να συμβεί . Στις 4:10 τα ξημερώματα της 19ης Ιανουαρίου το «Χειμάρρα» ενώ έπλεε στον Νότιο Ευβοϊκό προσέκρουσε λόγω της πυκνής ομίχλης στις βραχονησίδες «Βερδούγια», μεταξύ Νέων Στύρων και Αγίας Μαρίνας. Είναι η επικρατέστερη εκδοχή του ναυαγίου, γιατί υποστηρίζονται και άλλες απόψεις, όπως ότι προσέκρουσε σε μαγνητική θαλάσσια νάρκη ή ότι έγινε σαμποτάζ. Παρότι η πλώρη έστριψε προς τα δεξιά για να αποφύγει την πρόσκρουση, ο χρόνος δεν ήταν αρκετός για να αποφευχθεί το χτύπημα. Η εισροή των υδάτων στο εσωτερικό του άφησε από την πρώτη στιγμή το Χειμάρρα χωρίς ρεύμα, ενώ ένα σοβαρότατο πρόβλημα στο πηδάλιο του πλοίου, «έδεσε» κυριολεκτικά τα χέρια του Κυβερνήτη, με αποτέλεσμα το πλοίο να πλέει ακυβέρνητο για τα επόμενα λεπτά, μέχρι τη βύθισή του. Μια βύθιση που δεν κράτησε παραπάνω από 40 λεπτά.


Η βύθιση του ατμόπλοιου «Χειμάρρα» στις 19 Ιανουαρίου 1947 στον Νότιο Ευβοϊκό είναι το πιο πολύνεκρο ναυτικό δυστύχημα στη χώρα μας. Έμεινε στην ιστορία ως «Ο Τιτανικός της Ελληνικής Ακτοπλοΐας». Βυθίστηκε μετά από 1,5 ώρα μέσα στην παγωμένη θάλασσα, οδηγώντας στο θάνατο 391 ανθρώπους.

Το πλήρωμα του «Χειμάρρα» δεν λειτούργησε με ψυχραιμία δυστυχώς και η εγκατάλειψη του πλοίου με αναρχία. Στα καταστρώματα, λίγο πριν τη βύθιση επικράτησε πανικός και οι επιβάτες έδιναν μάχη μεταξύ τους για ένα σωσίβιο. Υπήρξαν καταγγελίες ότι μέλη του πληρώματος έφυγαν πρώτα με λέμβους αφήνοντας στην τύχη τους ναυαγούς. Πολλοί εξ’ αυτών άρχισαν να εγκαταλείπουν το πλοίο πανικόβλητοι, χωρίς να έχουν λάβει τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους από το ψύχος, τη χαμηλή θερμοκρασία του νερού αλλά και τα θαλάσσια ρεύματα των οποίων την ισχύ κανείς δεν ήταν σε θέση να γνωρίζει. Σύμφωνα με μαρτυρίες των διασωθέντων, οι χωροφύλακες που συνόδευαν τους κρατούμενους, δε σεβάστηκαν στιγμή ούτε την κρισιμότητα της κατάστασης, ούτε τους συνεπιβάτες τους και δε δίστασαν να κάνουν χρήση των όπλων τους προκειμένου να είναι οι πρώτοι που θα απομακρυνθούν με ασφάλεια μέσα στις σωστικές λέμβους από το πλοίο που βούλιαζε.

Το επιβατηγό ατμόπλοιο «Χειμάρρα», που ανήκε προηγουμένως στη Γερμανία με την ονομασία «Χέρτα», δόθηκε στη χώρα μας ως πολεμική επανόρθωση και το εκμεταλλευόταν το Δημόσιο.

Είχε 544 επιβάτες και 86 άνδρες πλήρωμα. 

Στη δίκη που ακολούθησε, ο δεύτερος πλοίαρχος Μπέρτολς, που ήταν βάρδια την ώρα του ναυαγίου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 20 μηνών και ο πλοίαρχος Μπελέσης σε φυλάκιση 15 μηνών με αναστολή. Για την απώλεια του πλοίου το Ελληνικό Δημόσιο εισέπραξε από την ασφάλεια 70.000 λίρες Αγγλίας.

Χρόνια αργότερα, ο δύτης Κώστας Θωκταρίδης και η ομάδα του πραγματοποίησαν έρευνες στο σημείο του ναυαγίου και ανέσυραν πολύτιμα αντικείμενα. Εκτέθηκαν μαζί με κειμήλια από το ναυάγιο του Τιτανικού στις αρχές του 2006 στο Ζάππειο.



Ιστορία


Ήταν το 1905 όταν το Χέρτα ναυπηγήθηκε στη Γερμανία με σκοπό να χρησιμοποιηθεί ως πλωτό νοσοκομείο κατά τη διάρκεια του πολέμου. 41 χρόνια μετά, το 1946, παραχωρήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση ως μέρος των γερμανικών αποζημιώσεων και αφού επισκευάστηκε, αξιοποιήθηκε κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου εξυπηρετώντας αρχικά την ακτοπλοϊκή γραμμή Αθήνα – Πειραιάς, μιας και το οδικό δίκτυο της χώρας παρουσίαζε δραματικό πρόβλημα. Το όνομά του πλέον ήταν «Χειμάρρα».


Επιζώντες
Η Αθηνά Λιάσκου,  μία από τις γυναίκες που επιβίωσαν του ναυτικού δυστυχήματος, περιέγραψε λίγο αργότερα τα όσα βίωσε εκείνη τη νύχτα: «Εκείνη την ώρα βρισκόμουν στο κατάστρωμα. Έγινε η έκρηξη, έσβησαν τα φώτα, άρχισαν να φεύγουν ατμοί, πανζουρλισμός.
Μέσα στο σκοτάδι δεν ξέραμε πού βρισκόμασταν και τι κάναμε, ακούγονταν φωνές από δω κι από κει, καθένας φώναζε τον δικό του άνθρωπο. Άρχισαν τα νερά να ανεβαίνουν επάνω και να παρασύρουν τους ανθρώπους. Δεν πήδηξα από το καράβι για να γλιτώσω, απλώς με πήραν τα κύματα πάνω από το καράβι προς τα ανοιχτά. Κρατούσα το χέρι της μητέρας μου. Μαζί μας έπεσαν στη θάλασσα και οι δύο φίλες μας αλλά κάποια στιγμή εξαφανίστηκαν. Έμεινα εγώ με τη μητέρα μου. Σκοτάδι, φωνές, κακό… Κάποια στιγμή άρχισε να ξημερώνει… Κράτησα τη μητέρα μου περίπου 2 – 2,5 ώρες -ίσως και παραπάνω-, δεν ξέρω.
Κάποια στιγμή άρχισε να βαραίνει και εκείνη την ώρα έβαλα τις φωνές: «Χάνω τη μητέρα μου, χάνω τη μητέρα μου»… Αφέθηκα να πάω κι εγώ μαζί της, αλλά ένας φαντάρος πιασμένος σε ένα βαρέλι με έπιασε από το χέρι και αναγκάστηκα να αφήσω τη μητέρα μου που βυθιζόταν μέχρι που πνίγηκε…».



Θεωρείες συνωμοσίας
Βέβαια, οι θεωρίες συνωμοσίας δεν έλειψαν, καθώς πολλοί έσπευσαν να αποδώσουν την πρόσκρουση του ατμόπλοιου σε μαγνητική θαλάσσια νάρκη, η οποία θα εξασφάλιζε την καταστροφή του και το χαμό εκατοντάδων ανθρώπων που θα υπολογίζονταν ως παράπλευρες απώλειες. Ένας από αυτούς ήταν και ο εμπειρότατος πλοίαρχος, Σπύρος Π. Μπιλίνης, ο οποίος αρνήθηκε πως το ατμόπλοιο παρέκκλινε στο ελάχιστο της πορείας του και επέμενε στη θεωρία της μαγνητικής νάρκης.


Σχόλια